- Ντάκα
- (Dhaka). Πόλη (8.942.300 κάτ. το 2003) και πρωτεύουσα του Μπαγκλαντές και της ομώνυμης διοίκησης (1.439 τ. χλμ., 8.444.900 κάτ. το 2003). Είναι χτισμένη στην αριστερή όχθη του ποταμού Μπουριγκάνγκα (βραχίονας του δέλτα του Βραχμαπούτρα), κατά μήκος της οποίας εκτείνεται επί περίπου 6 χλμ., 250 χλμ. ΒΑ της Καλκούτας. Αξιόλογο εμπορικό κέντρο (δημητριακά, γιούτα, ζαχαροκάλαμο), συνδέεται οδικά, σιδηροδρομικά και μέσω του ποταμού με το υπόλοιπο της χώρας και εξυπηρετείται από το διεθνές αεροδρόμιο Τεζγκαόν. Μαζί με το δορυφόρο κέντρο της Ναραγιανγκάντζ (15 χλμ. ΝΑ του κέντρου της Ν., λιμάνι της στη συμβολή του Μπουριγκάνγκα με το Λάκχία) είναι το σημαντικότερο βιομηχανικό κέντρο της χώρας, με εργοστάσια υφαντουργίας (γιούτα, βαμβάκι), μηχανουργίας, ειδών διατροφής, υαλουργίας, κόμι και ξύλου. Η Ν. είναι και αξιόλογο πολιτιστικό κέντρο, έδρα πανεπιστήμιου, που ιδρύθηκε το 1921, μερικών μουσείων - από τα οποία ιδιαίτερα πλούσιο είναι το αρχαιολογικό - και του πανεπιστήμιου τεχνικών επιστημών του Μπάγκλαντες. Διαθέτει επίσης ενδιαφέροντα μνημεία, μεταξύ των οποίων το φρούριο Λαλ Μπαγκ και το τέμενος Στελάτα. Η πόλη πήρε ίσως την ονομασία της από το ντακ, φυτό πολύ διαδεδομένο κάποτε στην περιοχή, ή από τη θεά Ντακεσβάρι. Γνωστή ήδη από το τέλος του 10ου αι., η Ν. παραμένει πάντοτε ακμαίο γεωργικό και εμπορικό κέντρο και συνεπώς η σημαντικότερη πόλη της Ανατολικής Βεγγάλης. Υπήρξε κατά περιόδους πρωτεύουσα των Μογγόλων, περίπου τον 12o αι., που τη κόσμησαν με μνημεία, τα οποία ακόμα υπάρχουν· κατόπιν, από το 1905 έως το 1912, όταν ιδρύθηκε το κράτος της Ανατολικής Βεγγάλης και του Ασάμ, και εκ νέου από το 1948 έως το 1971, οπότε έγινε πρωτεύουσα του Μπάγκλαντες.
Άποψη της Ντάκα.
Ένας δρόμος της πόλης Ντάκα κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις.
Dictionary of Greek. 2013.